Η ηθική της φιλοξενίας κατά τον Ζακ Ντερριντά

 

Ο νόμος της φιλοξενίας επιτάσσει την απεριόριστη και άνευ όρων «διανοιχτότητα» προς τον ερχόμενο άλλο. Με αυτή την έννοια, η φιλοξενία αποκλείει την εξάρτησή της από οποιουσδήποτε όρους, ενώ δεν προϋποθέτει καμιά πρόσκληση από τη μεριά του οικοδεσπότη: ο φιλοξενούμενος αφικνείται, πραγματοποιώντας μια επίσκεψη χωρίς πρόσκληση, ενώ ο οικοδεσπότης παραμένει ολοκληρωτικά δεκτικός προς το(ν) ξένο, σε σημείο που να καθίσταται όμηρός του: Το υποκείμενο είναι όμηρος (Le sujet est otage) μας λέει ο Λεβινάς. Η φιλοξενία προϋποθέτει να αφήνεις τον άλλον να εισέλθει στον εαυτό σου, στον χώρο σου – είναι κατακτητική της ακεραιότητας ή της επικράτειας του εαυτού. Φιλοξενία σημαίνει να μπορείς να αλλάζεις ή, καλύτερα, να επιτρέπεις στον άλλον να σε αλλάζει. Στην απροϋπόθετη ή «απόλυτη» φιλοξενία, την οποία ο Ντερριντά προκρίνει ως τη μόνη «αληθινή» ή «πραγματική» μορφή φιλοξενίας, η πόρτα παραμένει διάπλατα ανοιχτή. Υπό αυτή την έννοια, δεν υπάρχει καν πόρτα, αλλά τέλεια «ανοιχτότητα». Οτιδήποτε ξένο, άγνωστο, μπορεί να εισέλθει και να κάνει ή να πάρει ό,τι θελήσει. Αυτό είναι το ρίσκο της απόλυτης φιλοξενίας. Ένα ρίσκο που είναι όμως, για τον Ντερριντά, αναγκαίο να το πάρει κανείς, προκειμένου να υπάρξει φιλοξενία, ειδικά φιλοξενία προς το(ν) απολύτως ή παντελώς άλλο. Επιπλέον, αυτός που εμφανίζεται απροειδοποίητα δεν χρειάζεται να είναι κατ’ ανάγκην ένας άλλος άνθρωπος, ο όμοιός μου ή ο πλησίον μου· μπορεί να είναι οποιοδήποτε έμβιο ον.

Βέβαια, η πλήρης «ανοιχτότητα» σε αυτό που έρχεται απ’ έξω πιθανώς θα ισοδυναμούσε με παραφροσύνη. Ως εκ τούτου, ο ίδιος ο Ντερριντά παραδέχεται, η απροϋπόθετη φιλοξενία είναι αδύνατη (παρ’ όλο που οι προσπάθειές μας οφείλουν να αποβλέπουν στο να καταστήσουν αυτό το αδύνατο δυνατό). Είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα, πάντα επιλέγουμε σε ποιους θα επιτρέψουμε να εισέλθουν στον οίκο μας. Έτσι, όπως και στην περίπτωση του Λεβινάς, για τον οποίο η ηθική «πρόσωπο με πρόσωπο» σχέση ή δεξίωση του άλλου απαιτεί τη μεσολάβηση του τρίτου προκειμένου η δικαιοσύνη να είναι εφικτή, έτσι και για τον Ντερριντά είναι αναγκαία η ύπαρξη μιας δύσκολης σύμπραξης – «συνδιαλλαγή» (transaction) ή «διαπραγμάτευση» (négociation) την ονομάζει – ανάμεσα στην απόλυτη, άνευ όρων φιλοξενία, η οποία διακινδυνεύει την κατάλυση του ίδιου του οίκου που την παρέχει, και την ύπαρξη όρων οι οποίοι, ενώ περιορίζουν τη φιλοξενία, ταυτόχρονα την προφυλάσσουν (ή νομίζουν ότι την προφυλάσσουν) απέναντι στο ενδεχόμενο της εκδήλωσης βίας.

Ο Ντερριντά υπογραμμίζει ότι ο νόμος της απόλυτης φιλοξενίας διαστρέφεται από τη δύναμη-εξουσία του οικοδεσπότη, από τους όρους που αυτός θέτει στον φιλοξενούμενο. Αλλά «διαστρέφει» επίσης τους νόμους της φιλοξενίας, επιφέροντας «μια δικαιο-πολιτική αλλαγή, αλλά πρωτίστως … μια ηθική μεταλλαγή», κάτι που επιτρέπει τη διαρκή βελτίωση της φιλοξενίας στην πράξη. Αν υποθέσουμε ότι η πολιτική ή το δίκαιο είναι ο χώρος τού «υπό όρους», τότε προκειμένου να εκτρέψουμε την πολιτική ή προκειμένου να αλλάξουμε το δίκαιο είναι αναγκαίο να αναφερθούμε σε μια «υπερβολική» ηθική θέαση της φιλοξενίας. Η ηθική μπορεί να θεωρηθεί ως η σφαίρα των «οιονεί-υπερβατολογικών» απολύτων, ενώ η πολιτική αποτελεί τη σφαίρα του πραγματιστικού συμβιβασμού και της διαπραγμάτευσης, αποτελώντας ταυτόχρονα μιαν αναγκαιότητα αλλά και μια «διαστροφή».

👉 Από το βιβίο του Γεράσιμου Κακολύρη, Η ηθική της φιλοξενίας. Ο Ζακ Ντερριντά για την απροϋπόθετη και την υπόόρους φιλοξενία, εκδ. Πλέθρον, Αθήνα, 2017 [ΠΗΓΗ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΟΣ].

👉 Πρβλ. κ. το δημοσίευμα: Κριτική στην απροϋπόθετη φιλοξενία (9/11/12024)