Οι ατομικοί βομβαρδισμοί στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι (1945)

Το φθινόπωρο του 1945, ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής Χάρυ Τρούμαν, ο οποίος είχε λάβει την τελική απόφαση για τη ρίψη των ατομικών βομβών στις ιαπωνικές πόλεις της Χιροσίμα (6 Αυγούστου 1945) και του Ναγκασάκι (9 Αυγούστου 1945),  έδωσε εντολή σε μια ομάδα ερευνητών, να εξετάσει την αποτελεσματικότητα των αμερικανικών βομβαρδισμών, τόσο στον Πολεμο της Ευρώπης [European War] όσο και στον Πόλεμο του Ειρηνικού [Pacific War], ως προς τον τερματισμό του πολέμου.

ΠΗΓΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ

«Βάσει μιας λεπτομερούς διερεύνησης όλων των γεγονότων, που υποστηρίζεται και από τη μαρτυρία των επιζώντων Ιαπώνων ηγετών που ενεπλάκησαν, η άποψη της Έρευνας [Στρατηγικών Βομβαρδισμών των ΗΠΑ] είναι ότι, με βεβαιότητα πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 1945, και κατά πάσα πιθανότητα πριν από την 1η Νοεμβρίου 1945, η Ιαπωνία θα είχε παραδοθεί ακόμη και αν δεν είχαν ριφθεί ατομικές βόμβες, ακόμη και αν η Ρωσία δεν είχε εισέλθει στον πόλεμο, και ακόμη και αν δεν είχαν σχεδιαστεί ή εξεταστεί σχέδια εισβολής» Συμπερασματικά: «Οι βόμβες στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι δεν νίκησαν την Ιαπωνία, ούτε, σύμφωνα με τη μαρτυρία των ηγετών του εχθρού που τερμάτισαν τον πόλεμο, την έπεισαν να αποδεχθεί την άνευ όρων παράδοση».

👉 United States Strategic Bombing Survey, 1 July 1946, σελ. 112.

👉 Robert Jay Lifton  Greg MitchellHiroshima in America: Fifty Years of Denial, 1995, σελ. 83.


«James Conant, president of Harvard and member of the Interim Committee created to advise Truman on the use of nuclear arms […], persuaded Henry Stimson [a Republican who had been Secretary of War from 1940–5] to write an article that appeared in February 1947 in Harpers magazine. […] The essay had consequences any academic might envy: it was almost solely responsible for creating the legend most Americans, and indeed most westerners take for granted: after judicious weighing of all the alternatives, Truman authorized an atomic attack in order to avoid an invasion of Japan which was "expected to cost over a million casualties to American forces alone" [...] Stimson knew as well as anyone that those numbers were wrong. The hypothetical counting of casualties has been the subject of scholarly debate, but military estimates during the summer of 1945 concerned casualties in the thousands. [...] Even more appalling, however, is the fact that Stimson knew that the speculation about any number of casualties was purely hypothetical. For by the early summer of 1945, the majority of Trumans advisors believed that Japan was close to surrender. Both before and after the war, the highest ranking military officers – including Admiral Leahy, chairman of the joint chiefs of staff, General Eisenhower, General LeMay, and many others – argued that neither an invasion nor the use of nuclear weapons were necessary to end the war».

👉 Susan NeimanForgetting Hiroshima, remembering Auschwitz: Tales of two exhibits, 2015, σελ. 9-10.


Το 1945, ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, μολονότι ενήμερος του γεγονότος ότι η αντίπαλη Ιαπωνία είχε κάνει δύο διαβήματα για τη διαπραγμάτευση της ειρήνης, έδωσε διαταγή να ριφθεί ατομική βόμβα πάνω σε μιαν ιαπωνική πόλη. Τρεις μέρες αργότερα, μια δεύτερη βόμβα, διαφορετικού τύπου, έπεφτε σε μιαν άλλη πόλη. Κανένα τελεσίγραφο δεν είχε επιδοθεί πριν από τη ρίψη της δεύτερης βόμβας. […]
Λίγο πριν ξεσπάσει ο πόλεμος, και σε μεγαλύτερη ένταση μετά, γινόταν συστηματική προπαγάνδα στη χώρα αυτή [την Αγγλία] πάνω στο θέμα τουαδιαίρετουτου συγχρόνου πολέμου. Οι πολίτες —μας έλεγαν— είναι τόσο εμπόλεμοι όσο και οι μάχιμες μονάδες. Η στρατιωτική δύναμη ενός έθνους περιλαμβάνει ολόκληρη την οικονομική και κοινωνική του δύναμη. Επομένως, μας έλεγαν, η διάκριση ανάμεσα σε εκείνους που ασχολούνται με τη διεξαγωγή του πολέμου και στον υπόλοιπο πληθυσμό δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Δεν υπάρχουν αμέτοχοι”. Είτε αγοράζεις γραμματόσημα ή κάποιο φορολογούμενο αντικείμενο, είτε καλλιεργείς πατάτες είτε μαγειρεύεις το φαγητό σου, συνεισφέρεις στην “πολεμική προσπάθεια”. […] Υπήρχε ένα είδος δόγματος περί “συλλογικής ευθύνης”, που το χαρακτήριζε ένας πένθιμα υψωμένος ηθικός τόνος. Το τελικό συμπέρασμα ήταν πως δεν μπορείς να χαράξεις διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε νόμιμα και μη νόμιμα αντικείμενα επίθεσης. Αυτά μας λέγανε οι αυλικοί και οι πρωθιερείς της δημοκρατίας. […]
Ύστερα ήρθε η μεγάλη αλλαγή: Αντί για το σύστημα του “βομβαρδισμού στόχων”, υιοθετήσαμε το σύστημα του βομβαρδισμού περιοχών”. Αυτό διέφερε ακόμη κι από τις μεγάλες επιδρομές πάνω από τις πόλεις, έτσι όπως τις είχαμε γνωρίσει κατά τη διάρκεια του πολέμου, κατά το ότι ήταν πολύ πιο εκτεταμένες και καταστροφικές και πολύ λιγότερο απρογραμμάτιστες. Ολόκληρο το σχέδιο της πόλης έμπαινε κάτω και σημαδευόταν με τους στόχους που επρόκειτο να πλήξουν οι βόμβες. […]
Για κάθε άνθρωπο, η πράξη του να σκοτώνεις αθώους ως μέσον για την επίτευξη των σκοπών σου είναι πάντοτε δολοφονία, και η δολοφονία είναι η χειρότερη ανθρώπινη πράξη. Γι’ αυτό τον λόγο η απαγόρευση να σκοτώνεις αιχμαλώτους πολέμου ή άμαχο πληθυσμό δεν είναι σαν τους κανόνες της πυγμαχίας: η ισχύς της δεν εξαρτάται από το γεγονός ότι διακηρύσσεται ως τμήμα μιας γενικότερης νομοθεσίας η οποία καταγράφεται, συνομολογείται και αναγνωρίζεται από τα ενδιαφερόμενα μέρη. […]
Όταν ισχυρίζομαι ότι το να σκοτώνεις αθώους ως μέσον για την επίτευξη των σκοπών σου είναι δολοφονία, λέω κάτι που όλοι παραδέχονται ως ορθό. Θα μου ζητηθεί φυσικά ο ορισμός των “αθώων”. Θα τον δώσω, αλλά αργότερα. Εδώ δεν είναι απαραίτητος. Διότι στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι δεν έχουμε να κάνουμε με οριακές περιπτώσεις. Στον βομβαρδισμό των πόλεων αυτών είχε σίγουρα ληφθεί απόφαση να σκοτωθούν αθώοι, ως μέσον για την επίτευξη κάποιου σκοπού. Και μάλιστα ένας τεράστιος αριθμός αθώων, με μία κίνηση, χωρίς προειδοποίηση, χωρίς ενδιάμεσο διάστημα που θα επέτρεπε τη διαφυγή ή την κάλυψή τους σε κάποιο καταφύγιο, πράγματα που υπήρχαν ακόμη και στους “βομβαρδισμούς περιοχών” εναντίον των γερμανικών πόλεων. [...]»