Η παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου

Εἶπε δὲ καὶ πρός τινας τοὺς πεποιθότας ἐφ' ἑαυτοῖς ὅτι εἰσὶ δίκαιοι, καὶ ἐξουθενοῦντας τοὺς λοιποὺς, τὴν παραβολὴν ταύτην· Ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης. Ὁ Φαρισαῖος σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο· ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης· νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι. Καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανόν ἐπᾶραι, ἀλλ' ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων· ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ. Λέγω ὑμῖν, κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος· Ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται.

Λκ. 18, 9-14 [πρβλ. σελ. 16 εγχειριδίου μαθήματος  Θρησκευτικών Α΄ Λυκείου]


Έργο του Γιώργου Κόρδη (iPad painting, 2015-2024)

Φαρισαίος: 1. Μέλος, οπαδός θρησκευτικής (και πολιτικής) ιουδαϊκής αίρεσης με άκρα προσήλωση στους τύπους του νόμου και της λατρείας. Οι Φαρισαίοι ήταν συνήθως γραμματείς και νομοδιδάσκαλοι. 2. Άτομο που η συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται από την επιφανειακή και υποκριτική τήρηση των τύπων (της ηθικής, της ευγένειας κτλ.)· υποκριτής. ΦΡ. Γραμματείς και φαρισαίοι: για ανθρώπους υποκριτές.
Φαρισαϊκός -ή -ό [ΜΤΦ]: Που χαρακτηρίζει, που ταιριάζει σε άτομο με επιφανειακή και υποκριτική τήρηση των τύπων, υποκριτικός. Φαρισαϊκοί τρόποι.


Caravaggio (1599-1600): Η κλήση του Αγίου Ματθαίου, ελαιογραφία, 322×340 εκ.

Από το Γλωσσάριο της Αγίας Γραφής
(Ελληνική Βιβλική Εταιρία, 1997, σελ. 56)


Κήρυγμα [16΄] από τον πΧαράλαμπο Κοπανάκη, στις 25 Φεβρουαρίου 2024.

Ψώνιζε ο Χριστός από φανταχτερές βιτρίνες;. Οχι. Ψώνιζε με κριτήριο την ουσία. Ουσία και βιτρίνα, δεν είναι πάντα ταυτόσημα, όταν μιλάμε για ανθρώπους. Πολλές φορές έβρισκε διαμάντια, κρυμμένα πίσω από άθλιες βιτρίνες. Και, καθόλου σπάνια, έβλεπε βρωμιά και δυσωδία πίσω από λαμπερές βιτρίνες.
Η Θεία Λειτουργία, είναι βιτρίνα ατομικής ευλάβειας; Συμφορά μας. Η Θεία Λειτουργία, θεολογικά, είναι η συγκρότηση σε σώμα του εκκλησιαστικού οργανισμού, που ανοίγεται στην προοπτική των εσχάτων, της προπτωτικής δηλαδή πραγματικότητας, που ατενίζουμε από την εξορία της πτώσης.
Διαφοροποιήσεις, διχασμοί, ατομικότητες καταργούνται στην Ευχαριστία και τη θέση τους λαμβάνει η συμπερίληψη, η αποδοχή, η αγάπη της ετερότητας, της πολυμορφίας - όχι ως κατάρας, αλλά ως πλούτου και ευλογίας. Δεν είμαστε στη Λειτουργία για να στοχοποιήσουμε άλλους. Δεν μετέχουμε στη Λατρεία, επειδή έχουμε φωτιστεί και ζητάμε να φωτιστούν αυτοί που ζουν στο σκοτάδι. Μετέχουμε, όχι για να καταγγείλουμε τους άλλους, αλλά για να προσφέρουμε την οικουμένη ολόκληρη, μέλη της οποιας είμαστε και οι ίδιοι, στον Θεό. Η Ευχαριστία, θεολογικά, αποτελεί πρόγευση του Παραδείσου. Δύναται όμως να παραμορφωθεί σε κόλαση, την στιγμή που θα την ερμηνεύσουμε ως πασαρέλα εναρέτων.